Σάββατο 20 Αυγούστου 2011

Διορισμοί εκπαιδευτικών: Από τον Αρσένη στη Διαμαντοπούλου, του Χρήστου Κυργιάκη

Του Χρήστου Επαμ. Κυργιάκη

Το σύστημα προσλήψεων των εκπαιδευτικών στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση, τα τελευταία 15 περίπου χρόνια, έχει υποστεί σημαντικές αλλαγές και διαφοροποιήσεις.

Μέχρι την ψήφιση του νόμου  2525/1997, γνωστού και ως «νόμου Αρσένη», οι προσλήψεις μόνιμων εκπαιδευτικών γίνονταν μέσω του γνωστού συστήματος της επετηρίδας.

Κάθε ένας απόφοιτος καθηγητικής σχολής μετά την απόκτηση του πτυχίου του, εγγραφόταν, με αίτησή του, στην αντίστοιχη επετηρίδα του κλάδου στον οποίο υπαγόταν το πτυχίο του.

Έτσι, υπήρχε η επετηρίδα των μαθηματικών, των φυσικών, των φιλολόγων, των χημικών κλπ, στην οποία εγγραφόταν ο καθένας, αποκτώντας μια σειρά που καθοριζόταν από το χρόνο κτήσης του πτυχίου του.

Η παραγωγή πτυχιούχων καθηγητικών σχολών χωρίς προγραμματισμό και όχι με βάση τις κοινωνικές ανάγκες αλλά με βάση την ανταγωνιστική εξέλιξη του καπιταλιστικού συστήματος, το σταμάτημα της απορρόφησης πτυχιούχων σε άλλους οργανισμούς και η μη απορρόφηση πτυχιούχων στην έρευνα λόγω ανυπαρξίας ερευνητικής δραστηριότητας που οφείλεται στη μηδαμινή κρατική χρηματοδότηση, οδήγησε τους πτυχιούχους των παραπάνω σχολών στο μονόδρομο της επαγγελματικής αποκατάστασης μέσω της εκπαίδευσης.

Ο αριθμός των προσλήψεων για τη συντριπτική πλειοψηφία των κλάδων, ήταν πολύ μικρότερος από τον αριθμό των νέων πτυχιούχων, με αποτέλεσμα οι επετηρίδες να «μπουκώσουν» και να τρέχουν με γοργούς ρυθμούς.

Ταυτόχρονα γινόταν όλο και πιο ελκυστική και συμφέρουσα για τις εκάστοτε κυβερνήσεις η λύση της πρόσληψης αναπληρωτών και ωρομισθίων για την κάλυψη των εκπαιδευτικών κενών, αντί της πρόσληψης μόνιμων εκπαιδευτικών.

Οι περισσότεροι πτυχιούχοι περίμεναν για πολλά χρόνια τη σειρά τους για μόνιμο διορισμό και μέχρι τότε εργάζονταν είτε ως αναπληρωτές και ωρομίσθιοι στη δημόσια εκπαίδευση, είτε στην ιδιωτική εκπαίδευση, είτε στα φροντιστήρια , είτε σε επαγγελματικούς τομείς που δεν είχαν καμία σχέση με το πτυχίο τους.

Η παραπάνω κατάσταση δημιουργούσε δυσαρέσκεια στους ίδιους τους πτυχιούχους αλλά και στην κοινωνία γενικότερα, καθώς και αντικειμενικά προβλήματα και ερωτηματικά σχετικά με το κατά πόσο ήταν κάποιος κατάλληλος να διδάξει αν, μέχρι να διορισθεί, ασχολήθηκε σε τομείς άσχετους με το πτυχίο του.

Πάρα πολλοί εκπαιδευτικοί με όρεξη και μεράκι να προσφέρουν στο δημόσιο σχολείο, έμεναν, εκ των πραγμάτων, για πολλά χρόνια εκτός, προσφέροντας τις γνώσεις και τις υπηρεσίες τους, κυρίως, μέσω των φροντιστηρίων.

Η ανυπαρξία μακροχρόνιου σχεδιασμού στο ισοζύγιο: εισηγμένων στις καθηγητικές σχολές-προσλήψεων στην εκπαίδευση, και η σχεδόν μηδενική απορρόφηση των πτυχιούχων των παραπάνω σχολών σε άλλους τομείς εκτός της εκπαίδευσης, οδήγησε στην απαξίωση και τον εξευτελισμό της επετηρίδας.
Όμως η επετηρίδα ήταν το πιο αδιάβλητο σύστημα προσλήψεων μόνιμων εκπαιδευτικών.

Εκεί που ήταν θολή η κατάσταση ήταν στις προσλήψεις αναπληρωτών και ωρομισθίων αφού δεν γίνονταν από την κεντρική υπηρεσία του υπουργείου παιδείας αλλά από τις αντίστοιχες νομαρχιακές, τότε, υπηρεσίες.

Με το νόμο 2525/1997 του Αρσένη, καταργήθηκε ο θεσμός της επετηρίδας και θεσπίστηκε ως προϋπόθεση διορισμού η επιτυχία στο διαγωνισμό του ΑΣΕΠ.

Όμως, τέτοιες αλλαγές, όταν έχουν αναδρομικό χαρακτήρα, αφήνουν μετέωρους χιλιάδες ενδιαφερόμενους όπως έγινε και στην περίπτωση των εκπαιδευτικών.

Τότε ήταν που αναγνωρίστηκε για πρώτη φορά ως προσόν διορισμού η προϋπηρεσία των εκπαιδευτικών από αναπλήρωση και ωρομισθία.

Η εξέλιξη αυτή στηρίχθηκε σε αντικειμενική βάση η οποία χρησιμοποιήθηκε ασύστολα για πολιτικούς και κομματικούς σκοπούς δημιουργώντας εκλογική πελατεία για βουλευτές υπουργούς και πολιτευτές.

Η αντικειμενικότητα της αναγνώρισης της προϋπηρεσίας ως προσόν διορισμού είχε να κάνει:

- με το γεγονός ότι η κατάργηση της επετηρίδας προκάλεσε βίαιη ανατροπή στις ζωές χιλιάδων ανθρώπων οι οποίοι έκαναν τις συγκεκριμένες επαγγελματικές επιλογές 15 χρόνια νωρίτερα, χωρίς να έχουν, προφανώς, τη δυνατότητα πρόβλεψης των ανωτέρω εξελίξεων.
- με το γεγονός ότι οι εκπαιδευτικοί με προϋπηρεσία, είχαν αποκτήσει πολύτιμη εμπειρία διδασκαλίας στην τάξη, η οποία αποτελεί σημαντικό και απαραίτητο προσόν για έναν εκπαιδευτικό
- με το γεγονός ότι οι εκπαιδευτικοί με προϋπηρεσία είχαν προσφέρει τις υπηρεσίες τους στο δημόσιο σχολείο σε μέρη δύσβατα και συνθήκες δύσκολες, κάτι το οποίο υποχρέωνε ηθικά το κράτος, να τους φερθεί με ιδιαίτερο τρόπο γιατί σε αντίθετη περίπτωση η αδικία θα ήταν κατάφωρη και το πολιτικό κόστος μεγάλο σε μια περίοδο που οι εκπαιδευτικοί αυτοί είχαν αναδείξει με τους αγώνες τους το δίκαιο των αιτημάτων τους σε όλη την κοινωνία.

Άρχισε έτσι μία συζήτηση για το ποια πρέπει να είναι η ελάχιστη προϋπηρεσία που θα  οδηγεί σε διορισμό.

Ο νόμος Αρσένη προέβλεπε ότι για τα επόμενα έτη από το 1998 μέχρι και το 2002, οι διορισμοί εκπαιδευτικών στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση θα γίνονταν κατά ένα ποσοστό από τους εγγεγραμμένους στους πίνακες διοριστέων που είχαν δημιουργηθεί με βάση την προϋπηρεσία των εκπαιδευτικών και κατά σειρά εγγραφής τους σε αυτούς και κατά το υπόλοιπο από τους μετέχοντες επιτυχώς στο διαγωνισμό του ΑΣΕΠ, ο οποίος θα διεξαγόταν κάθε δύο χρόνια. Τα ποσοστά διορισμού από κάθε κατηγορία είχαν οριστεί , αντίστοιχα, για το έτος 1998, σε 80% και 20%, για το έτος 1999 σε 60% και 40%, για το έτος 2000 σε 40% και 60%, για το έτος 2001 σε 20% και 80%, για το έτος 2002 σε 10% και 90%. Από το έτος 2003 οι διορισμοί εκπαιδευτικών θα γίνονταν αποκλειστικά από πίνακες που θα καταρτίζονταν ύστερα από το διαγωνισμό του ΑΣΕΠ.

Τελικά, έμεινε μέχρι και φέτος το 40% από τον πίνακα διορισμών και το 60% από τον ΑΣΕΠ ενώ προστέθηκε και ένας πίνακας με εκπαιδευτικούς που είχαν και προϋπηρεσία (24 μήνες) και επιτυχία στο διαγωνισμό του ΑΣΕΠ (αλλά όχι επιτυχία διορισμού).

Η καθιέρωση της προϋπηρεσίας ως προσόν για μόνιμο διορισμό, οδήγησε για αρκετό χρονικό διάστημα τους εκπαιδευτικούς στο να «ανέχονται» τους αντεργατικούς θεσμούς του αναπληρωτή και του ωρομίσθιου αλλά και στην καθιέρωση της προσμέτρησης «περίεργων» προϋπηρεσιών όπως η προσμέτρηση της προϋπηρεσίας στην Πρόσθετη Διδακτική Στήριξη (ΠΔΣ), την οποία αρχικά δεν προσμετρούσαν αλλά στη συνέχεια μέτρησε αναδρομικά, η προσμέτρηση της προϋπηρεσίας στη Σιβιτανίδειο Σχολή και στα διάφορα εκκλησιαστικά λύκεια όπου οι διορισμοί δεν γίνονταν με την ευθύνη του υπουργείου παιδείας κλπ.

Νομοτελειακά δημιουργήθηκαν πελατειακές σχέσεις και σχέσεις εξυπηρέτησης ανάμεσα σε εκπαιδευτικούς από τη μία και διευθυντές σχολείων, γραφείων και διευθύνσεων, από την άλλη.

Τα σημειώματα από βουλευτές έδιναν κι έπαιρναν μεταφέροντας παροτρύνσεις προς κάθε αρμόδιο ώστε να προτιμηθεί ο προστατευόμενος ψηφοφόρος τους.

Διάφορες «φάμπρικες» προϋπηρεσίας δημιουργήθηκαν, καταγγελίες ακούστηκαν και γράφτηκαν πολλές για εικονικές προϋπηρεσίες κυρίως στην ΠΔΣ αλλά και άλλες «ιερές» περιπτώσεις απόκτησης προϋπηρεσίας.

Παράλληλα, όπως προαναφέρθηκε, δημιουργήθηκε ένας επιπλέον πίνακας διορισμών που περιλάμβανε όσους είχαν 24 μήνες προϋπηρεσίας και μία τουλάχιστον επιτυχία (βαθμολογία πάνω από τη βάση) στο διαγωνισμό του ΑΣΕΠ.

Όσοι είχαν αυτά τα προσόντα και για 2 χρόνια από την κατάρτιση του παραπάνω πίνακα, διορίστηκαν όλοι. Όμως η περίφημη φράση: « σύμφωνα με τις ανάγκες», της σχετικής εγκυκλίου διορισμών απαξίωσε τον εν λόγω πίνακα και έδωσε τη δυνατότητα στην ηγεσία του υπουργείου να διορίσει πέρυσι και φέτος όχι όλους άλλα ένα μέρος των εγγεγραμμένων στον πίνακα αυτό. Το μέρος αυτό ήταν για πολλούς κλάδους πάρα πολύ μικρό.

Επίσης, στα πλαίσια μιας κοινωνικής πολιτικής και λόγω ουσιαστικής απουσίας πολιτικής επιδομάτων, εκπαιδευτικοί των ειδικών κατηγοριών μπόρεσαν (δίκαια κατά τη γνώμη μου) να διοριστούν ως μόνιμοι με βάση σχετική νομοθεσία που τους έδινε αυτό το δικαίωμα.

Ακόμη, είχαμε τις περιπτώσεις των εκπαιδευτικών που εργάζονταν στις Σχολές Μαθητείας του ΟΑΕΔ, μετά την κατάργηση των οποίων, οι εκπαιδευτικοί αυτοί, εντάχθηκαν στους πίνακες προϋπηρεσίας και διορίστηκαν (όχι άδικα κατά τη γνώμη μου) μετά από δύο χρόνια αφού οι προϋπηρεσίες που «κουβαλούσαν» ήταν μεγάλες.

Ένας «ακήρυχτος πόλεμος» ξέσπασε μεταξύ των διαφόρων κατηγοριών εκπαιδευτικών που διεκδικούσαν και διεκδικούν θέση μόνιμου διορισμού με τους διοριστέους στον τελευταίο διαγωνισμό του ΑΣΕΠ να διαμαρτύρονται, δικαίως, γιατί διορίστηκαν όλοι, όπως θα έπρεπε να είχε συμβεί. Βέβαια κάθε κατηγορία εκπαιδευτικών έχει τα δικά της νομικά και ηθικά επιχειρήματα.

Η σημερινή κυβέρνηση, ως συνέχεια των προηγούμενων, πέτυχε, σε μεγάλο βαθμό, να διασπάσει τους αδιόριστους εκπαιδευτικούς μεταθέτοντας το πραγματικό πρόβλημα που είναι η κατακόρυφη μείωση των διορισμών λόγω μνημονίου, σε πρόβλημα τυπικών, νομικών και διαφόρων άλλων ακαδημαϊκών προσόντων.

Προτάσσοντας, δήθεν, την αξιοκρατία, αλλάζει το σύστημα διορισμών, θεσπίζοντας ένα, κατά την άποψή μου, απάνθρωπο μόρφωμα χωρίς καμία, ουσιαστικά λογική.
Σύμφωνα με το νόμο 3848/2010 της Διαμαντοπούλου, δημιουργείται, με την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων του επόμενου διαγωνισμού του ΑΣΕΠ, ένας πίνακας που θα περιλαμβάνει όσους θα έχουν πιάσει τη βάση στον προαναφερόμενο διαγωνισμό ή σε κάποιον προηγούμενο και όσους, μέχρι 30/6/2010 είχαν τουλάχιστον 24 μήνες προϋπηρεσία.

Ο διαγωνισμός θα γίνεται χωρίς να έχει προκηρυχτεί συγκεκριμένος αριθμός θέσεων λες και δεν μιλάμε για πολίτες με δικαιώματα αλλά για κάποια αναλώσιμα ανταλλακτικά.

Επίσης θα μοριοδοτείται η προϋπηρεσία, τα ακαδημαϊκά προσόντα, και οι περιπτώσεις των εκπαιδευτικών που εντάσσονται στις ειδικές κατηγορίες.

Το γνωστό επιχείρημα ότι με το διαγωνισμό του ΑΣΕΠ επιλέγονται οι καλύτεροι, πάει περίπατο. Άλλωστε είχε ατονήσει εδώ και πολύ καιρό.

Το γνωστό επιχείρημα ότι με το διαγωνισμό του ΑΣΕΠ δεν χρειάζεται να περιμένει κάποιος πολλά χρόνια για να διοριστεί, επίσης έχει καταρρεύσει, αφού οι νόμοι των πιθανοτήτων, ακόμη κι αν πρόκειται για δεσμευμένες πιθανότητες, είναι αμείλικτοι.

Όχι μόνο τα ίδια και περισσότερα χρόνια απαιτούνται σε σχέση με την επετηρίδα, αλλά για κάποιους πτυχιούχους, ο διορισμός έχει αποκλειστεί.
Η εξήγηση είναι απλή.

Η δραματική μείωση διορισμών δεν αφήνει περιθώρια για αισιοδοξία, αυταπάτες και υποσχέσεις εκ του πονηρού. Η επιχειρηματολογία του υπουργείου, αυτοαναιρείται.

Μέτρα κοινωνικού χαρακτήρα, όπως η μοριοδότηση ειδικών κατηγοριών, μπλέκονται με τα λεγόμενα περί αξιοκρατίας στρέφοντας πάλι τους εκπαιδευτικούς τον έναν ενάντια στον άλλον. Αντί να βλέπουν τον πραγματικό «εχθρό», βλέπουν ως εχθρό το συνάδελφό τους που έχει τα ίδια με αυτούς όνειρα και τις ίδιες επιδιώξεις.

Θα μπορούσαν, αν ήθελαν, μετά από ένα εύλογο μεγάλης διάρκειας μεταβατικό στάδιο, να θεσπίσουν ένα σύστημα ώστε οι διορισμοί των εκπαιδευτικών στα σχολεία να ξεκινούν όταν ακόμη οι υποψήφιοι εκπαιδευτικοί είναι μέσα στα Πανεπιστήμια. Να επιμορφώνονται και να προετοιμάζονται κατάλληλα μόνο όσοι θέλουν να πάνε στην εκπαίδευση ακολουθώντας ξεχωριστή προπτυχιακή κατεύθυνση. Στη συνέχεια, με βάση το χρόνο κτήσης του πτυχίου τους, θα δημιουργούν έναν πίνακα-επετηρίδα από την οποία θα προσλαμβάνονται και οι αναπληρωτές, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, λειτουργικών κενών.

Η προϋπηρεσία θα μπορεί να προσμετράται, όχι ως προσόν διορισμού αφού ο καθένας θα διορίζεται με τη σειρά του, αλλά ως προσόν μοριοδότησης για αποσπάσεις, μεταθέσεις, τοποθετήσεις κλπ.

Έτσι τα πτυχία θα διατηρούν την «αξία διορισμού» και τα αντίστοιχα ΑΕΙ και ΤΕΙ που τα χορηγούν, δεν θα εμφανίζονται απαξιωμένα και ουσιαστικά ισάξια με τον ΑΣΕΠ.

Επίσης, θα εξαλειφθεί οποιαδήποτε πελατειακή σχέση μεταξύ εκπαιδευτικού και διοίκησης που σχετίζεται, με βάση τα σημερινά δεδομένα, με την απόκτηση προϋπηρεσίας.

Αυτό όμως απαιτεί όσοι εισάγονται στις καθηγητικές σχολές να γνωρίζουν, πριν την εισαγωγή τους, πόσοι θα απορροφηθούν σε ένα σχετικά μεγάλο βάθος χρόνου ώστε να μην συναγωνίζονται, μετά την αποφοίτησή τους, για το ποιος θα επιβιώσει.

Αυτό, πάλι, με τη σειρά του απαιτεί ένα άλλο συνολικότερο σχεδιασμό των ΑΕΙ και ΤΕΙ και των επαγγελμάτων γενικότερα, με γνώμονα τις πραγματικές ανάγκες των ανθρώπων και τις κοινωνίας και όχι των αγορών και των πολυεθνικών.

Όσο το εκπαιδευτικό σύστημα είναι δεμένο και δένεται ακόμη περισσότερο, στο άρμα των επιλογών του μεγάλου κεφαλαίου, τόσο ο διορισμός στα δημόσια σχολεία θα γίνεται άπιαστο όνειρο.

Ξέρουμε και τι φταίει και τι χρειάζεται να κάνουμε για να εξακολουθεί να υπάρχει ελπίδα.

Για να μην ξαναφτάσουμε στην περυσινή και, ακόμη χειρότερα, στη φετινή κατάσταση του να διορίζεται κάποιος και η χαρά του να επισκιάζεται από τη θλίψη που του προκαλεί η σκέψη πως εκατοντάδες ή ακόμη και χιλιάδες άλλοι συνάδελφοί του δεν είδαν και δεν θα δουν ποτέ το όνομά τους στις λίστες διορισμού, χωρίς να ευθύνονται οι ίδιοι.

Δύο δρόμοι ανοίγονται για όσους θεωρούν ότι έκλεισε για τους ίδιους ο κύκλος διορισμού τους.

Ή θα παραιτηθούν ή θα απαιτήσουν.

Καλό κουράγιο σε όλους μας.


Χρήστος Επαμ. Κυργιάκης
xrkyrgiakis@yahoo.gr  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου