Τα συμπτώματά του είναι ποικίλα και μάλλον ασαφή, γι’ αυτό και
ονομάζεται σύνδρομο (στην ιατρική η συγκεκριμένη λέξη περιγράφει συνήθως
ένα σύνολο συμπτωμάτων που είναι λίγο γενικά και συγκεχυμένα) και τα
ασφαλιστικά ταμεία δεν το αναγνωρίζουν ως ασθένεια. Παρ’ όλα αυτά, αφορά
περίπου 1 εκατομμύριο Αμερικανούς -κάποιες εκτιμήσεις υπολογίζουν και
περισσότερους- και είναι η αιτία για την κούραση, την ατονία, τους
πόνους, την έλλειψη διάθεσης και πολλές άλλες δυσκολίες που
αντιμετωπίζουν αρκετοί άνθρωποι παγκοσμίως. Ο λόγος για το σύνδρομο
χρόνιας κόπωσης -γνωστό και ως μυαλγική εγκεφαλομυελίτιδα ή «αόρατη
νόσος»-, που έχει περιγραφεί τα τελευταία χρόνια, αφορά κυρίως ανθρώπους
με πολλές υποχρεώσεις, αλλά η αιτιολογία του παραμένει ακόμα άγνωστη.
Πώς θα το καταλάβουμε
Το βασικό χαρακτηριστικό του είναι η κούραση που επιμένει (για περισσότερο από 6 μήνες) και δεν υποχωρεί με ξεκούραση ή ύπνο και δεν οφείλεται σε κάποια άλλη αιτία (π.χ. υποθυρεοειδισμός, διαβήτης, σιδηροπενική αναιμία, καρδιολογικά προβλήματα). Επιπλέον, είναι πιθανό να νιώθουμε ανεξήγητους πόνους στους μυς και τις αρθρώσεις (χωρίς να υπάρχει όμως κάποια ρευματολογική ασθένεια), πονοκεφάλους, να έχουμε δυσκολία να συγκεντρωθούμε και να φέρουμε σε πέρας τις συνηθισμένες μας ασχολίες, να μας ταλαιπωρούν προβλήματα μνήμης και ύπνου, καθώς και συμπτώματα κρυολογήματος (π.χ. χαμηλός πυρετός, πρησμένοι λεμφαδένες, ερεθισμένος λαιμός). Το αποτέλεσμα είναι να μην έχουμε διάθεση (σαν να υποφέρουμε από κατάθλιψη), αλλά και αντοχές ώστε να διεκπεραιώσουμε τις καθημερινές μας υποχρεώσεις. Χαρακτηριστικό του συνδρόμου είναι ότι τα συμπτώματα επιδεινώνονται πολύ μετά ακόμα και από την παραμικρή πνευματική ή σωματική δραστηριότητα.
Οι πιο «κουρασμένοι»
Η αλήθεια είναι ότι το σύνδρομο αφορά πράγματι τους πιο κουρασμένους από εμάς. Έτσι, εμφανίζεται συχνότερα σε πολυάσχολους ανθρώπους, κυρίως γυναίκες, κάποιες φορές μετά από μία περίοδο ισχυρού στρες (σπανιότερα εμφανίζεται και εντελώς ξαφνικά) που οφειλόταν σε μία ασθένεια ή σε κάποιο άλλο πρόβλημα.
Τι φταίει
Αυτό είναι πράγματι πολύ δύσκολο να απαντηθεί. Γι’ αυτό άλλωστε κατά καιρούς το σύνδρομο έχει αποδοθεί σε διάφορες αιτίες, που έχουν όμως απορριφθεί. Τα τελευταία χρόνια οι επιστήμονες θεωρούσαν ότι το σύνδρομο οφειλόταν σε έναν ιό (και εξαιτίας του γεγονότος ότι πολύ συχνά εμφανίζεται μετά από μία ίωση, π.χ. μία γρίπη), αλλά τελευταίες έρευνες καταρρίπτουν αυτή τη θεωρία και μαζί και τις ελπίδες εκατοντάδων χιλιάδων ασθενών -ή και εκατομμυρίων, σύμφωνα με κάποιες εκτιμήσεις- να βρεθεί μία συγκεκριμένη θεραπεία για το πρόβλημά τους. Έτσι, η πραγματική αιτία του συνδρόμου παραμένει άγνωστη, αν και ενοχοποιούνται ψυχολογικοί, ενδοκρινικοί, γενετικοί, νευρολογικοί και άλλοι παράγοντες για την εμφάνισή του.
Πώς μπαίνει η διάγνωση
Δυστυχώς, δεν υπάρχουν συγκεκριμένες εξετάσεις (π.χ. αίματος, ακτινογραφίες κ.ά.) που να βοηθούν στο να γίνει η διάγνωση του συγκεκριμένου συνδρόμου. Έτσι, οι ειδικοί καταλήγουν σε αυτό αφού έχουν προηγουμένως αποκλείσει οτιδήποτε άλλο θα μπορούσε να προκαλεί τα συγκεκριμένα συμπτώματα (π.χ. κατάθλιψη, ρευματολογικά νοσήματα, λοιμώδης μονοπυρήνωση, προβλήματα θυρεοειδούς, διαβήτης ή άλλες ενδοκρινικές διαταραχές κ.ά.).
Πώς θα το αντιµετωπίσουµε
Όπως είναι προφανές, δεν υπάρχει μία συγκεκριμένη θεραπεία για το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης. Έτσι, οι γιατροί προσπαθούν να αντιμετωπίσουν τα συμπτώματα ώστε να ανακουφίσουν τους ασθενείς. Χρησιμοποιούν, λοιπόν, διάφορα φάρμακα, όπως τα αντικαταθλιπτικά, που βελτιώνουν τη διάθεση των ασθενών, τα αντιφλεγμονώδη, που τους ανακουφίζουν από τους πόνους, και όποια άλλα χρειάζονται ανάλογα με τα συμπτώματα του καθενός. Πολύ βοηθητική μπορεί να φανεί η ψυχολογική υποστήριξη, τόσο από κάποιον ειδικό όσο και από τον περίγυρο των πασχόντων. Πιο συγκεκριμένα, ο ειδικός ψυχικής υγείας θα συζητήσει με τον πάσχοντα αναφορικά με τις πιθανές αιτίες του φαινομένου και θα καταλήξουν σε βοηθητικές τεχνικές για την ανακούφιση των συμπτωμάτων, όπως η νευρομυϊκή χαλάρωση, ο έλεγχος της αναπνοής, η νοερή εικονοπλασία, η διαχείριση του στρες, ο έλεγχος της αξιοπιστίας των σκέψεων, η ενθάρρυνση κ.ά.
ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΤΗΝ κ. ΝΑΤΑΛΙΑ ΚΟΥΤΡΟΥΛΗ, MSc, ψυχολόγο υγείας, με εκπαίδευση στη Γνωσιακή Ψυχοθεραπεία και τη Συμβουλευτική, διευθύντρια στο Κέντρο Εφαρμοσμένης Ψυχοθεραπείας και Συμβουλευτικής.
Πώς θα το καταλάβουμε
Το βασικό χαρακτηριστικό του είναι η κούραση που επιμένει (για περισσότερο από 6 μήνες) και δεν υποχωρεί με ξεκούραση ή ύπνο και δεν οφείλεται σε κάποια άλλη αιτία (π.χ. υποθυρεοειδισμός, διαβήτης, σιδηροπενική αναιμία, καρδιολογικά προβλήματα). Επιπλέον, είναι πιθανό να νιώθουμε ανεξήγητους πόνους στους μυς και τις αρθρώσεις (χωρίς να υπάρχει όμως κάποια ρευματολογική ασθένεια), πονοκεφάλους, να έχουμε δυσκολία να συγκεντρωθούμε και να φέρουμε σε πέρας τις συνηθισμένες μας ασχολίες, να μας ταλαιπωρούν προβλήματα μνήμης και ύπνου, καθώς και συμπτώματα κρυολογήματος (π.χ. χαμηλός πυρετός, πρησμένοι λεμφαδένες, ερεθισμένος λαιμός). Το αποτέλεσμα είναι να μην έχουμε διάθεση (σαν να υποφέρουμε από κατάθλιψη), αλλά και αντοχές ώστε να διεκπεραιώσουμε τις καθημερινές μας υποχρεώσεις. Χαρακτηριστικό του συνδρόμου είναι ότι τα συμπτώματα επιδεινώνονται πολύ μετά ακόμα και από την παραμικρή πνευματική ή σωματική δραστηριότητα.
Οι πιο «κουρασμένοι»
Η αλήθεια είναι ότι το σύνδρομο αφορά πράγματι τους πιο κουρασμένους από εμάς. Έτσι, εμφανίζεται συχνότερα σε πολυάσχολους ανθρώπους, κυρίως γυναίκες, κάποιες φορές μετά από μία περίοδο ισχυρού στρες (σπανιότερα εμφανίζεται και εντελώς ξαφνικά) που οφειλόταν σε μία ασθένεια ή σε κάποιο άλλο πρόβλημα.
Τι φταίει
Αυτό είναι πράγματι πολύ δύσκολο να απαντηθεί. Γι’ αυτό άλλωστε κατά καιρούς το σύνδρομο έχει αποδοθεί σε διάφορες αιτίες, που έχουν όμως απορριφθεί. Τα τελευταία χρόνια οι επιστήμονες θεωρούσαν ότι το σύνδρομο οφειλόταν σε έναν ιό (και εξαιτίας του γεγονότος ότι πολύ συχνά εμφανίζεται μετά από μία ίωση, π.χ. μία γρίπη), αλλά τελευταίες έρευνες καταρρίπτουν αυτή τη θεωρία και μαζί και τις ελπίδες εκατοντάδων χιλιάδων ασθενών -ή και εκατομμυρίων, σύμφωνα με κάποιες εκτιμήσεις- να βρεθεί μία συγκεκριμένη θεραπεία για το πρόβλημά τους. Έτσι, η πραγματική αιτία του συνδρόμου παραμένει άγνωστη, αν και ενοχοποιούνται ψυχολογικοί, ενδοκρινικοί, γενετικοί, νευρολογικοί και άλλοι παράγοντες για την εμφάνισή του.
Πώς μπαίνει η διάγνωση
Δυστυχώς, δεν υπάρχουν συγκεκριμένες εξετάσεις (π.χ. αίματος, ακτινογραφίες κ.ά.) που να βοηθούν στο να γίνει η διάγνωση του συγκεκριμένου συνδρόμου. Έτσι, οι ειδικοί καταλήγουν σε αυτό αφού έχουν προηγουμένως αποκλείσει οτιδήποτε άλλο θα μπορούσε να προκαλεί τα συγκεκριμένα συμπτώματα (π.χ. κατάθλιψη, ρευματολογικά νοσήματα, λοιμώδης μονοπυρήνωση, προβλήματα θυρεοειδούς, διαβήτης ή άλλες ενδοκρινικές διαταραχές κ.ά.).
Πώς θα το αντιµετωπίσουµε
Όπως είναι προφανές, δεν υπάρχει μία συγκεκριμένη θεραπεία για το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης. Έτσι, οι γιατροί προσπαθούν να αντιμετωπίσουν τα συμπτώματα ώστε να ανακουφίσουν τους ασθενείς. Χρησιμοποιούν, λοιπόν, διάφορα φάρμακα, όπως τα αντικαταθλιπτικά, που βελτιώνουν τη διάθεση των ασθενών, τα αντιφλεγμονώδη, που τους ανακουφίζουν από τους πόνους, και όποια άλλα χρειάζονται ανάλογα με τα συμπτώματα του καθενός. Πολύ βοηθητική μπορεί να φανεί η ψυχολογική υποστήριξη, τόσο από κάποιον ειδικό όσο και από τον περίγυρο των πασχόντων. Πιο συγκεκριμένα, ο ειδικός ψυχικής υγείας θα συζητήσει με τον πάσχοντα αναφορικά με τις πιθανές αιτίες του φαινομένου και θα καταλήξουν σε βοηθητικές τεχνικές για την ανακούφιση των συμπτωμάτων, όπως η νευρομυϊκή χαλάρωση, ο έλεγχος της αναπνοής, η νοερή εικονοπλασία, η διαχείριση του στρες, ο έλεγχος της αξιοπιστίας των σκέψεων, η ενθάρρυνση κ.ά.
ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΤΗΝ κ. ΝΑΤΑΛΙΑ ΚΟΥΤΡΟΥΛΗ, MSc, ψυχολόγο υγείας, με εκπαίδευση στη Γνωσιακή Ψυχοθεραπεία και τη Συμβουλευτική, διευθύντρια στο Κέντρο Εφαρμοσμένης Ψυχοθεραπείας και Συμβουλευτικής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου