Με το Νόμο 3869/2010 ορίστηκε η διαδικασία για τη ρύθμιση των οφειλών των υπερχρεωμένων νοικοκυριών προς τους πιστωτές τους.
Ο Νόμος αφορά φυσικά πρόσωπα που δεν έχουν πτωχευτική ικανότητα, δηλαδή δεν αφορά τους εμπόρους, αλλά μόνο τους απλούς ιδιώτες. Οι οφειλές θα πρέπει να μην έχουν αναληφθεί το τελευταίο έτος πριν τη ψήφιση του νόμου και να μην προέρχονται από δόλια αδικοπραξία ή να είναι οφειλές προς το Δημόσιο, τους ΟΤΑ και τα Ασφαλιστικά Ταμεία.
Προτού προσφύγει ο ενδιαφερόμενος οφειλέτης στο αρμόδιο δικαστήριο, θα πρέπει να προηγηθεί μια απόπειρα εξώδικου συμβιβασμού με τους πιστωτές, με τη συνδρομή δικηγόρου, του Συνηγόρου του Καταναλωτή ή συγκεκριμένων μη κερδοσκοπικών φορέων (π.χ. καταναλωτικές οργανώσεις). Ειδικά οι Τράπεζες, υποχρεούνται να παραδώσουν στον οφειλέτη αναλυτική κατάσταση της οφειλής του, όπου θα αναγράφεται ξεχωριστά το κεφάλαιο, οι τόκοι και τα έξοδα που οφείλονται.
Στη συνέχεια, υποβάλει προς τις Τράπεζες και τους λοιπούς πιστωτές μια συμβιβαστική πρόταση (σχέδιο) για τη ρύθμιση των οφειλών. Στην πρόταση αυτή θα πρέπει να αναφέρει ο οφειλέτης με ειλικρίνεια το εισόδημα του (και του/της συζύγου αν υπάρχει), τα κινητά (π.χ. αυτοκίνητο) και ακίνητα (π.χ. οικόπεδο) περιουσιακά του στοιχεία και το ποσό που μπορεί να διαθέτει κάθε μήνα για την κάλυψη των οφειλών του. Το ποσό αυτό θα πρέπει να το κατανείμει αναλογικά προς κάθε πιστωτή, ανάλογα με το ύψος της κάθε οφειλής.
Αν οι πιστωτές συμφωνήσουν, συντάσσεται πρακτικό το οποίο υποβάλλεται προς επικύρωση στο Ειρηνοδικείο της κατοικίας του οφειλέτη.
Αν οι πιστωτές διαφωνήσουν ή αν αρνηθούν να απαντήσουν στην πρόταση εντός ενός ευλόγου χρονικού διαστήματος (όπως γίνεται συνήθως), τότε ο οφειλέτης μπορεί να προσφύγει στο Ειρηνοδικείο, ζητώντας τη δικαστική ρύθμιση των οφειλών του.
Το Ειρηνοδικείο, αφού λάβει υπόψη τα εισοδήματα του οφειλέτη και τα έξοδα του, θα προσδιορίσει το ποσό των δόσεων που θα πρέπει να καταβάλει προς κάθε πιστωτή. Το δικαστήριο μπορεί να διατάξει τη ρευστοποίηση των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη για να καλύψει μέρος των οφειλών του ή ακόμη και να διατάξει τη διαγραφή μέρους της οφειλής.
Προσφυγή δεν σημαίνει αναστολή πληρωμών
Πρέπει να σημειωθεί ότι μόνο με την προσφυγή του οφειλέτη στο Ειρηνοδικείο και προτού εκδοθεί η απόφαση, δεν αναστέλλεται η υποχρέωση του οφειλέτη προς πληρωμή των χρεών του προς τους πιστωτές.
Οι τελευταίοι δικαιούνται να απαιτήσουν κανονικά τόκους σε περίπτωση καθυστέρησης καταβολής ή και να προχωρήσουν σε αναγκαστική εκτέλεση (κατάσχεση περιουσίας και πλειστηριασμός). Ο οφειλέτης θα πρέπει να κάνει ξεχωριστή αίτηση στο δικαστήριο, με την οποία θα ζητά την αναστολή των ανωτέρω καταδιωκτικών μέτρων.
Σε περίπτωση που το δικαστήριο κρίνει ότι ο οφειλέτης δεν διαθέτει επαρκή εισόδημα ή περιουσία για να καλύψει το σύνολο της οφειλής του, μπορεί να ορίσει, ότι η καταβολή των δόσεων θα γίνεται για χρονικό διάστημα τεσσάρων (4) ετών και μετά την πάροδο τους, το τυχόν ανεξόφλητο ποσό θα διαγράφεται.
Τι συμβαίνει αν αυξηθεί το εισόδημα
Αν όμως κατά τη διάρκεια εφαρμογής του σχεδίου ρύθμισης των οφειλών, αυξηθεί το εισόδημα ή η περιουσία του οφειλέτη, αυτός οφείλει να το αναφέρει, ώστε να αναπροσαρμοστεί το ποσό των δόσεων που θα καταβάλει στους πιστωτές του.
Από τα δεδομένα που έχουν προκύψει μέχρι σήμερα από την εφαρμογή του νόμου, προκύπτει ότι, παρά τα περί αντιθέτου θρυλούμενα, η ανωτέρω διαδικασία ρύθμισης των οφειλών, δεν αποτελεί πανάκεια και θαυματουργή λύση για όλα τα προβλήματα.
Δεν γίνεται αυτομάτως ολική ή μερική διαγραφή του χρέους, αλλά μόνο σε ακραίες περιπτώσεις, όπου ο οφειλέτης αποδεδειγμένα δεν έχει κανένα περιουσιακό στοιχείο και καμία πιθανότητα αύξησης των εισοδημάτων του.
Αν υπάρχει ακίνητη περιουσία, έστω και αν αυτή είναι η μοναδική κατοικία του οφειλέτη, τότε υπάρχει κίνδυνος ρευστοποίησης της, αν ο οφειλέτης δεν αποδείξει ότι μπορεί να αποπληρώσει το μεγαλύτερο μέρος της οφειλής του, με τα τρέχοντα εισοδήματα του.
Συμπερασματικά, οι οφειλέτες πρέπει να έχουν στο μυαλό τους, ότι η ανωτέρω διαδικασία ρύθμισης των οφειλών, κατά κανόνα παρέχει μια διευκόλυνση στην αποπληρωμή των οφειλών (π.χ. μικρότερες δόσεις για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, περίοδο χάριτος, διαγραφή μικρού τμήματος του χρέους) και μόνο κατ’ εξαίρεση οδηγεί σε σημαντική διαγραφή ή σε πλήρη απαλλαγή από το χρέος.
Οι πολίτες καλό είναι να αναζητούν έγκυρες και εξατομικευμένες νομικές συμβουλές προτού πάρουν τις αποφάσεις τους και να μην παρασύρονται από φήμες και ανεύθυνες διαδόσεις.
Προτού προσφύγει ο ενδιαφερόμενος οφειλέτης στο αρμόδιο δικαστήριο, θα πρέπει να προηγηθεί μια απόπειρα εξώδικου συμβιβασμού με τους πιστωτές, με τη συνδρομή δικηγόρου, του Συνηγόρου του Καταναλωτή ή συγκεκριμένων μη κερδοσκοπικών φορέων (π.χ. καταναλωτικές οργανώσεις). Ειδικά οι Τράπεζες, υποχρεούνται να παραδώσουν στον οφειλέτη αναλυτική κατάσταση της οφειλής του, όπου θα αναγράφεται ξεχωριστά το κεφάλαιο, οι τόκοι και τα έξοδα που οφείλονται.
Στη συνέχεια, υποβάλει προς τις Τράπεζες και τους λοιπούς πιστωτές μια συμβιβαστική πρόταση (σχέδιο) για τη ρύθμιση των οφειλών. Στην πρόταση αυτή θα πρέπει να αναφέρει ο οφειλέτης με ειλικρίνεια το εισόδημα του (και του/της συζύγου αν υπάρχει), τα κινητά (π.χ. αυτοκίνητο) και ακίνητα (π.χ. οικόπεδο) περιουσιακά του στοιχεία και το ποσό που μπορεί να διαθέτει κάθε μήνα για την κάλυψη των οφειλών του. Το ποσό αυτό θα πρέπει να το κατανείμει αναλογικά προς κάθε πιστωτή, ανάλογα με το ύψος της κάθε οφειλής.
Αν οι πιστωτές συμφωνήσουν, συντάσσεται πρακτικό το οποίο υποβάλλεται προς επικύρωση στο Ειρηνοδικείο της κατοικίας του οφειλέτη.
Αν οι πιστωτές διαφωνήσουν ή αν αρνηθούν να απαντήσουν στην πρόταση εντός ενός ευλόγου χρονικού διαστήματος (όπως γίνεται συνήθως), τότε ο οφειλέτης μπορεί να προσφύγει στο Ειρηνοδικείο, ζητώντας τη δικαστική ρύθμιση των οφειλών του.
Το Ειρηνοδικείο, αφού λάβει υπόψη τα εισοδήματα του οφειλέτη και τα έξοδα του, θα προσδιορίσει το ποσό των δόσεων που θα πρέπει να καταβάλει προς κάθε πιστωτή. Το δικαστήριο μπορεί να διατάξει τη ρευστοποίηση των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη για να καλύψει μέρος των οφειλών του ή ακόμη και να διατάξει τη διαγραφή μέρους της οφειλής.
Προσφυγή δεν σημαίνει αναστολή πληρωμών
Πρέπει να σημειωθεί ότι μόνο με την προσφυγή του οφειλέτη στο Ειρηνοδικείο και προτού εκδοθεί η απόφαση, δεν αναστέλλεται η υποχρέωση του οφειλέτη προς πληρωμή των χρεών του προς τους πιστωτές.
Οι τελευταίοι δικαιούνται να απαιτήσουν κανονικά τόκους σε περίπτωση καθυστέρησης καταβολής ή και να προχωρήσουν σε αναγκαστική εκτέλεση (κατάσχεση περιουσίας και πλειστηριασμός). Ο οφειλέτης θα πρέπει να κάνει ξεχωριστή αίτηση στο δικαστήριο, με την οποία θα ζητά την αναστολή των ανωτέρω καταδιωκτικών μέτρων.
Σε περίπτωση που το δικαστήριο κρίνει ότι ο οφειλέτης δεν διαθέτει επαρκή εισόδημα ή περιουσία για να καλύψει το σύνολο της οφειλής του, μπορεί να ορίσει, ότι η καταβολή των δόσεων θα γίνεται για χρονικό διάστημα τεσσάρων (4) ετών και μετά την πάροδο τους, το τυχόν ανεξόφλητο ποσό θα διαγράφεται.
Τι συμβαίνει αν αυξηθεί το εισόδημα
Αν όμως κατά τη διάρκεια εφαρμογής του σχεδίου ρύθμισης των οφειλών, αυξηθεί το εισόδημα ή η περιουσία του οφειλέτη, αυτός οφείλει να το αναφέρει, ώστε να αναπροσαρμοστεί το ποσό των δόσεων που θα καταβάλει στους πιστωτές του.
Από τα δεδομένα που έχουν προκύψει μέχρι σήμερα από την εφαρμογή του νόμου, προκύπτει ότι, παρά τα περί αντιθέτου θρυλούμενα, η ανωτέρω διαδικασία ρύθμισης των οφειλών, δεν αποτελεί πανάκεια και θαυματουργή λύση για όλα τα προβλήματα.
Δεν γίνεται αυτομάτως ολική ή μερική διαγραφή του χρέους, αλλά μόνο σε ακραίες περιπτώσεις, όπου ο οφειλέτης αποδεδειγμένα δεν έχει κανένα περιουσιακό στοιχείο και καμία πιθανότητα αύξησης των εισοδημάτων του.
Αν υπάρχει ακίνητη περιουσία, έστω και αν αυτή είναι η μοναδική κατοικία του οφειλέτη, τότε υπάρχει κίνδυνος ρευστοποίησης της, αν ο οφειλέτης δεν αποδείξει ότι μπορεί να αποπληρώσει το μεγαλύτερο μέρος της οφειλής του, με τα τρέχοντα εισοδήματα του.
Συμπερασματικά, οι οφειλέτες πρέπει να έχουν στο μυαλό τους, ότι η ανωτέρω διαδικασία ρύθμισης των οφειλών, κατά κανόνα παρέχει μια διευκόλυνση στην αποπληρωμή των οφειλών (π.χ. μικρότερες δόσεις για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, περίοδο χάριτος, διαγραφή μικρού τμήματος του χρέους) και μόνο κατ’ εξαίρεση οδηγεί σε σημαντική διαγραφή ή σε πλήρη απαλλαγή από το χρέος.
Οι πολίτες καλό είναι να αναζητούν έγκυρες και εξατομικευμένες νομικές συμβουλές προτού πάρουν τις αποφάσεις τους και να μην παρασύρονται από φήμες και ανεύθυνες διαδόσεις.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου