«Στις χώρες οφειλέτες, όπως η Ελλάδα και η Ισπανία, εδραιώνεται η αντίληψη ότι η κοινωνία βρίσκεται στο έλεος αδίστακτων εξωτερικών δυνάμεων -της Γερμανίας, της παγκοσμιοποίησης, των τραπεζών ή των Βρυξελλών- και πως τιμωρείται για τις εσφαλμένες συνταγές που χορηγούν παρείσακτοι» τονίζουν σε άρθρο τους οι FT
Για τη βαριά πολιτική
ατζέντα στην ΕΕ το 2014 γράφουν οι Financial Times, οι οποίοι
αναφέρονται εκτενώς και στην Ελλάδα και το μεγάλο πρόβλημα διαφθοράς που
αντιμετωπίζει η χώρα.
«Στις 31 Δεκεμβρίου του 2014, πώς θα μπορούμε να κρίνουμε εάν η χρονιά ήταν επιτυχής για την Ευρώπη; Μία ευρεία οικονομική ανάκαμψη και το γιάτρεμα των πληγών από τις κρίσεις του χρηματοοικονομικού κλάδου και του δημοσίου χρέους αδιαμφισβήτητα θα ήταν καλοδεχούμενες εξελίξεις -ίσως ακόμη και ένα σημαντικό διεθνές επίτευγμα όπως μία ευρω-αμερικανική συμφωνία ελεύθερου εμπορίου. Το καλύτερο από όλα όμως, θα ήταν η ανάκτηση της εμπιστοσύνης των πολιτών στους πολιτικούς θεσμούς, τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Αυτό είναι το μεγαλύτερο αλλά και το πιο δύσκολο έπαθλο» τονίζει σε άρθρο της η οικονομική εφημερίδα.
Στο δημοσίευμα της, η οικονομική εφημερίδα τονίζει πως πέραν οποιασδήποτε συζήτησης για ανάκαμψη προέχει «η επιστροφή της πίστης των πολιτών στις πολιτικές ηγεσίες σε εθνικά και ευρωπαϊκά επίπεδα. Η ύφεση, η ανεργία και η διαρκής πτώση του επιπέδου ζωής, παίζουν κάποιο ρόλο. Τον ίδιο όμως παίζει και η αναδιάρθρωση της ευνομούμενης πολιτείας η οποία το δεύτερο μισό του 20ου αιώνα ήταν ένα βασικό στοιχείο του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Συμφώνου που άμβλυνε τον εξτρεμισμό και ισχυροποίησε την στήριξη στον καπιταλισμό και την δημοκρατία».
Ωστόσο, σύμφωνα με την εφημερίδα «θα ήταν λάθος να παραγνωρίσουμε τους μη οικονομικούς παράγοντες όπως η διαφθορά, τα σκάνδαλα, η μετανάστευση και η βουτιά της πάλαι ποτέ πανίσχυρης πίστης των ψηφοφόρων στα πολιτικά κόμματα. Κάτω από όλα βρίσκεται η απογοήτευση των Ευρωπαίων καθώς επηρεάζουν λιγότερο από ποτέ τις αποφάσεις των ελίτ, τόσο σε εθνικό επίπεδο όσο και στις Βρυξέλλες».
Στην ευρωζώνη πολλοί πολιτικοί και πολίτες παλεύουν ακόμη να συνειδητοποιήσουν ότι σε μία νομισματική ένωση οι πολιτικές επιλογές δεν μπορούν να είναι αποκλειστικά εθνικό ζήτημα. Στις χώρες οφειλέτες, όπως η Ελλάδα και η Ισπανία, αλλά ακόμη και σε κράτη όπως η Γαλλία και η Ιταλία που χρονοτριβούν για τις μεταρρυθμίσεις, εδραιώνεται η αντίληψη ότι η κοινωνία βρίσκεται στο έλεος αδίστακτων εξωτερικών δυνάμεων -της Γερμανίας, της παγκοσμιοποίησης, των τραπεζών ή των Βρυξελλών- και πως τιμωρείται για τις εσφαλμένες συνταγές που χορηγούν παρείσακτοι, συνεχίζουν οι FT και υπογραμμίζουν: «Στην Ελλάδα, για παράδειγμα, αυτό που αποδείχθηκε ασύμβατο δεν ήταν η ένταξη στην ευρωζώνη με τη δημοκρατία, αλλά η ένταξη στην ευρωζώνη με μία δημοκρατία που είχε διαποτιστεί από τις πελατειακές σχέσεις και τη διαφθορά. Αυτά τα ελαττώματα προϋπήρχαν της ευρωζώνης. Δεν μπορούμε να επιρρίπτουμε για αυτά ευθύνες στη Γερμανία και τις άλλες πιστώτριες χώρες.
Τέλος, οι FT τονίζουν πως ο διαχωρισμός Βορρά και Νότου το 2014 δεν πρόκειται να εξαφανιστεί, όπως και το γεγονός ότι «καθώς οι αδύναμες χώρες της Ευρωζώνης παίρνουν εντολές να μειώσουν το κοινωνικό κράτος και κόψουν μισθούς, η κυβέρνηση του Βερολίνου προετοιμάζεται να αυξήσει τα συνταξιοδοτικά οφέλη για τους Γερμανούς και να χαλαρώσει τις μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας».
«Στις 31 Δεκεμβρίου του 2014, πώς θα μπορούμε να κρίνουμε εάν η χρονιά ήταν επιτυχής για την Ευρώπη; Μία ευρεία οικονομική ανάκαμψη και το γιάτρεμα των πληγών από τις κρίσεις του χρηματοοικονομικού κλάδου και του δημοσίου χρέους αδιαμφισβήτητα θα ήταν καλοδεχούμενες εξελίξεις -ίσως ακόμη και ένα σημαντικό διεθνές επίτευγμα όπως μία ευρω-αμερικανική συμφωνία ελεύθερου εμπορίου. Το καλύτερο από όλα όμως, θα ήταν η ανάκτηση της εμπιστοσύνης των πολιτών στους πολιτικούς θεσμούς, τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Αυτό είναι το μεγαλύτερο αλλά και το πιο δύσκολο έπαθλο» τονίζει σε άρθρο της η οικονομική εφημερίδα.
Στο δημοσίευμα της, η οικονομική εφημερίδα τονίζει πως πέραν οποιασδήποτε συζήτησης για ανάκαμψη προέχει «η επιστροφή της πίστης των πολιτών στις πολιτικές ηγεσίες σε εθνικά και ευρωπαϊκά επίπεδα. Η ύφεση, η ανεργία και η διαρκής πτώση του επιπέδου ζωής, παίζουν κάποιο ρόλο. Τον ίδιο όμως παίζει και η αναδιάρθρωση της ευνομούμενης πολιτείας η οποία το δεύτερο μισό του 20ου αιώνα ήταν ένα βασικό στοιχείο του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Συμφώνου που άμβλυνε τον εξτρεμισμό και ισχυροποίησε την στήριξη στον καπιταλισμό και την δημοκρατία».
Ωστόσο, σύμφωνα με την εφημερίδα «θα ήταν λάθος να παραγνωρίσουμε τους μη οικονομικούς παράγοντες όπως η διαφθορά, τα σκάνδαλα, η μετανάστευση και η βουτιά της πάλαι ποτέ πανίσχυρης πίστης των ψηφοφόρων στα πολιτικά κόμματα. Κάτω από όλα βρίσκεται η απογοήτευση των Ευρωπαίων καθώς επηρεάζουν λιγότερο από ποτέ τις αποφάσεις των ελίτ, τόσο σε εθνικό επίπεδο όσο και στις Βρυξέλλες».
Στην ευρωζώνη πολλοί πολιτικοί και πολίτες παλεύουν ακόμη να συνειδητοποιήσουν ότι σε μία νομισματική ένωση οι πολιτικές επιλογές δεν μπορούν να είναι αποκλειστικά εθνικό ζήτημα. Στις χώρες οφειλέτες, όπως η Ελλάδα και η Ισπανία, αλλά ακόμη και σε κράτη όπως η Γαλλία και η Ιταλία που χρονοτριβούν για τις μεταρρυθμίσεις, εδραιώνεται η αντίληψη ότι η κοινωνία βρίσκεται στο έλεος αδίστακτων εξωτερικών δυνάμεων -της Γερμανίας, της παγκοσμιοποίησης, των τραπεζών ή των Βρυξελλών- και πως τιμωρείται για τις εσφαλμένες συνταγές που χορηγούν παρείσακτοι, συνεχίζουν οι FT και υπογραμμίζουν: «Στην Ελλάδα, για παράδειγμα, αυτό που αποδείχθηκε ασύμβατο δεν ήταν η ένταξη στην ευρωζώνη με τη δημοκρατία, αλλά η ένταξη στην ευρωζώνη με μία δημοκρατία που είχε διαποτιστεί από τις πελατειακές σχέσεις και τη διαφθορά. Αυτά τα ελαττώματα προϋπήρχαν της ευρωζώνης. Δεν μπορούμε να επιρρίπτουμε για αυτά ευθύνες στη Γερμανία και τις άλλες πιστώτριες χώρες.
Τέλος, οι FT τονίζουν πως ο διαχωρισμός Βορρά και Νότου το 2014 δεν πρόκειται να εξαφανιστεί, όπως και το γεγονός ότι «καθώς οι αδύναμες χώρες της Ευρωζώνης παίρνουν εντολές να μειώσουν το κοινωνικό κράτος και κόψουν μισθούς, η κυβέρνηση του Βερολίνου προετοιμάζεται να αυξήσει τα συνταξιοδοτικά οφέλη για τους Γερμανούς και να χαλαρώσει τις μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας».
Πηγή: Euro2day
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου